Η ιαπωνική γλώσσα είναι μια γλώσσα με μεγάλη κληρονομιά και έχει αρκετές ιδιαιτερότητες, οι οποίες πηγάζουν από πολιτιστικά στοιχεία και παραδόσεις αιώνων. Τα ιαπωνικά, προέρχονται από τον αλταϊκό γλωσσικό κλάδο και δέχθηκαν μεγάλη επίδραση από την κινεζική γλώσσα κυρίως σε ότι αφορά τη γραφή.
Υπάρχουν πολλές διαφορετικές διάλεκτοι, οι οποίες χρησιμοποιούνται σε μικρό βαθμό μέχρι και σήμερα, όμως η διάλεκτος του Τόκυο, της πρωτεύουσας, είναι αυτή που τελικά επικράτησε ως επίσημη εθνική γλώσσα.
Η δομή της ιαπωνικής γλώσσας είναι αρκετά περίπλοκη σε σχέση τις λατινογενείς γλώσσες, καθώς ο γραπτός και ο προφορικός λόγος παρουσιάζουν αρκετές διαφορές. Αποτελείται από συλλαβογράμματα 2 ειδών, τα hiragana και τα katakana και ιδεογράμματα, τα kanji. Τα hiragana είναι συλλαβογράμματα, τα
οποία χρησιμοποιούνται για πρωτότυπες ιαπωνικές λέξεις, ως επιθήματα και ως μόρια που λειτουργούν στο συντακτικό, ενώ επίσης σχηματίζουν λέξεις
συνδυαστικά με kanji (ο κινεζικός χαρακτήρας ως ρίζα και τα hiragana ως κατάληξη).
Τα katakana από την άλλη, χρησιμοποιούνται για την γραφή ξένων λέξεων και
ονομάτων ή για kanji που δεν μπορούσαν να τα προφέρουν. Συνεχίζοντας, τα kanji είναι μια δύσκολη κατηγορία καθώς είναι πάρα πολλά και γραφικά έχουν πιο
περίπλοκη μορφή από τα hiragana και τα katakana. Αξιοσημείωτο είναι ότι ούτε οι ίδιοι οι Ιάπωνες γνωρίζουν όλα τα kanji που υπάρχουν στο λεξιλόγιό τους, καθώς μόνο 881 από αυτά διδάσκονται ως βασικά kanji σε σχολεία και 2.229 έως 5.000 είναι αυτά που θεωρούνται κοινής χρήσης χωρίς να υπολογίσουμε όποιο ειδικό
λεξιλόγιο μπορεί να υπάρχει σε κάποιες επιστήμες. Επιπλέον, τα kanji έχουν 2 τρόπους προφοράς, τα onyiomi, για λέξεις ή συνθετικά λέξεων κινεζικής
προέλευσης, και τα kunyiomi, για λέξεις καθαρά ιαπωνικής προέλευσης. Σημαντική
διαφορά των δύο γλωσσών, είναι ότι η ιαπωνική βασίζεται κατά μεγάλο βαθμό στα ρήματα και έτσι κάποια γραμματικά φαινόμενα δεν μπορούν να αποδοθούν στα
ελληνικά.
Συγκριτικά, η ελληνική και η ιαπωνική γλώσσα είναι εντελώς διαφορετικές, καθώς έχουν προκύψει όχι μόνο από διαφορετική ρίζα ,αλλά και διαφορετικούς από
πολιτιστικούς, ιστορικούς και θρησκευτικούς παράγοντες από τους οποίος προκύπτει και σχετικό λεξιλόγιο. Σε λατινογενείς γλώσσες για παράδειγμα, προσθήκες ελληνικών λέξεων έγιναν όπου υπήρχαν κενά, ώστε αυτά να
συμπληρωθούν. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις όμως υπάρχει κοινή πολιτισμική
,ιστορική και φιλοσοφική παράδοση πράγμα που δεν ισχύει για την ιαπωνική γλώσσα. Ιδιαίτερα στα αγγλικά και τα γαλλικά, η ελληνική γλώσσα ως πιο
επεξηγηματική και με περισσότερο βάθος, συνέβαλε στην δημιουργία πολλών
λέξεων. Σε αυτό το πλαίσιο βέβαια, δεν πρέπει κανείς να ξεχνά την συμβολή της ελληνικής γλώσσας στο λεξιλόγιο όλων των φυσικών επιστημών αλλά και της ιατρικής ως πιο τρανταχτό παράδειγμα. Ακόμα , οι χώρες που προαναφέρθηκαν
,έχουν κοινή θρησκευτική παράδοση με την Ελλάδα. Ο χριστιανισμός και οι
θρησκευτικές του έννοιες όπως η αμαρτία, ο παράδεισος και άλλες έχουν κοινό περιεχόμενο πράγμα που δεν συμβαίνει με την Ιαπωνία καθώς η θρησκεία ήταν διαφορετική και επομένως το λεξιλόγιο είναι εντελώς διαφορετικό. Επιπλέον, η
ελληνική γλώσσα έχει πολλές φορτισμένες συναισθηματικά λέξεις καθώς και λέξεις που εκφράζουν ένταση και βάθος συναισθημάτων, στις οποίες η αντιστοιχία σε επίπεδο μετάφρασης στην ιαπωνική, επιβάλει συρρίκνωση της έντασης αυτής.
Επειδή, όπως προαναφέρθηκε, η γλώσσα επηρεάζεται από τα πολιτισμικά στοιχεία
,μια έντονη διαφορά έχει να κάνει με το γεγονός ότι στα ιαπωνικά πρέπει να
χρησιμοποιεί κανείς συγκεκριμένες φράσεις όταν αναφέρεται σε κάποιον ανώτερο (γονέα, δάσκαλο, μεγαλύτερο συμμαθητή, προϊστάμενο στην δουλειά κλπ ) καθώς επίσης είθισται να χρησιμοποιείται η λεγόμενη «γλώσσα ταπεινοφροσύνης» ή
σεβασμού, που συνοδεύεται και από τα αντίστοιχα ειδικά μόρια.
Η παρουσία της ελληνικής γλώσσας στην ιαπωνική, αν και μικρή, είναι αρκετά αισθητή και φαίνεται να πραγματοποιήθηκε σε 2 φάσεις. Η πρώτη έγινε στις αρχές του 16ου αιώνα όταν η Ιαπωνία άρχισε να έχει εμπορικές συναλλαγές με
Ευρωπαίους, κυρίως Ισπανούς, Πορτογάλους, Άγγλους και Ολλανδούς. Ακόμα, ιησουίτες ιεραπόστολοι βρέθηκαν την ίδια περίοδο στην Ιαπωνία και φαίνεται ότι, κατάφεραν να προσηλυτίσουν και κάποιους στρατιωτικούς τις αριστοκρατίας.
Κατά τα τέλη του αιώνα, καθολικοί ιεραπόστολοι τύπωσαν βιβλία για τη διδασκαλία του χριστιανισμού στους Ιάπωνες και ειδικότερα χρησιμοποίησαν την αριστοτελική φιλοσοφία (το δόγμα περί ψυχής ) για να δώσουν στους Ιάπωνες να καταλάβουν την διαφορά της ψυχής στον χριστιανισμό σε σχέση με τις δικές τους θρησκείες (
Βουδισμός, Σιντοϊσμός, Κομφουκιανισμός). Με τον καιρό, οι χριστιανοί
ιεραπόστολοι ίδρυσαν μοναστήρια σε ένα μεγάλο μέρος της χώρας, ενώ το μόνο έργο, χωρίς θρησκευτικό περιεχόμενο, που μεταφράστηκε εκείνη την περίοδο στα ιαπωνικά ήταν οι Μύθοι του Αισώπου.
Στις αρχές του 17ου αιώνα, οι στρατιωτική κυβέρνηση θεωρώντας τον χριστιανισμό επικίνδυνο για την επιβίωση του καθεστώτος τους, απαγόρευσε τις εμπορικές
συναλλαγές με ευρωπαίους, εκτός των Ολλανδών, με αποτέλεσμα η μόνη επαφή της Ιαπωνίας με τον έξω κόσμο, για πάνω από 2 αιώνες να είναι οι εμπορικές της σχέσεις με την Ολλανδία και την Κίνα. Η χώρα άρχισε ξανά να έχει επαφές με τον υπόλοιπο κόσμο, την περίοδο Μeiji (1868 -1912) οπότε και συνεχίστηκε η επαφή με τον δυτικό πολιτισμό. Τότε πολλοί Ιάπωνες έφευγαν εκτός χώρας για σπουδές και αντίστοιχα πολλοί επιστήμονες ήρθαν στην Ιαπωνία και μετέδωσαν άλλες
γνώσεις, που την βοήθησαν να εκσυγχρονιστεί μετά από αυτή τη μακρά περίοδο απομόνωσης.
Σήμερα, οι Ιάπωνες γνωρίζουν αρκετά καλά πλέον την ιστορία της αρχαίας Ελλάδας, με το πανεπιστήμιο του Τόκυο να έχει τμήμα κλασσικών σπουδών, ήδη από τα τέλη του Β’ παγκοσμίου πολέμου αλλά και αρκετά άλλα πανεπιστήμια να έχουν τμήματα προπτυχιακών και μεταπτυχιακών σπουδών σε μεγάλες πόλεις της χώρας. Σε σχολικό επίπεδο, στα πλαίσια των μαθημάτων της ιστορίας, η ελληνική ιστορία διδάσκεται μόνο ως την περίοδο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και ελάχιστα αναφέρεται η ελληνιστική περίοδος, ενώ δεν γίνεται καμία αναφορά στην
Βυζαντινή. Τέλος, πολλές λέξεις ελληνικής ρίζας έχουν ενταχθεί στην Ιαπωνική
γλώσσα μέσω της αγγλικής (σε αυτό συνέβαλε η ευρεία χρήση των katakana) και ο ελληνικός πολιτισμός χαίρει εκτίμησης και ενδιαφέροντος από τους Ιάπωνες καθώς αρκετά έργα φιλοσοφικού περιεχομένου έχουν μεταφραστεί στα Ιαπωνικά και στην βιομηχανία των manga και anime υπάρχουν αρκετές ιστορίες βασισμένες στην
ελληνική μυθολογία ή με στοιχεία από αυτήν.
Άλκη Κορωνάκη, Ασκούμενη Ινστιτούτου Πολιτιστικής Διπλωματίας
References
Μπαμπινιώτης, Γ. (2002, August 04). Οι ελληνικές ΣΠΟΥΔΈΣ στην Ιαπωνία. Retrieved March 09, 2021, from https://www.tovima.gr/2008/11/24/opinions/oi- ellinikes-spoydes-stin-iapwnia/
Η ΕΠΊΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ελληνικής Γλώσσας Στην Ιαπωνική. (n.d.). Retrieved March 09, 2021, from https://grjpn-association.gr