Η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης δημιούργησε ένα κενό ισχύος, το οποίο δεν δίστασε να διεκδικήσει το Ιράν μέσω της κουλτούρας και του πολιτισμού του. Η γεωγραφική εγγύτητα, μάλιστα, είναι ένας παράγοντας καθοριστικής σημασίας, προλειαίνοντας το έδαφος για τη
σύσφιξη των διμερών σχέσεων της Τεχεράνης με τους πρώην σοβιετικούς δορυφόρους στην Κεντρική Ασία (Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν, Κιργιστάν, Τουρκμενιστάν). Τα αποτελέσματα της πολιτικής αυτής είναι πρόδηλα τα τελευταία χρόνια, ύστερα από το δύο δεκαετιών αμείωτο ενδιαφέρον του Ιράν για την περιοχή. Να σημειωθεί, επίσης, ότι το Ιράν ήταν από τα τρία πρώτα κράτη που προέβησαν στην αναγνώριση της ανεξαρτησίας των κρατών αυτών.
Οι ιστορικές καταβολές ξεκινούν κατά το 19ο αιώνα, όπου μια ομάδα Ιρανών μετακινήθηκαν στην Κεντρική Ασία και εγκαταστάθηκαν εκεί, ανάμεσα στους οποίους βρίσκονταν απόγονοι των στρατιωτών του Nader Shah[1], της δυναστείας Qajar, έμποροι, διανοούμενοι, άνθρωποι του πνεύματος προερχόμενοι απο τις περιοχές Gilan, Khorasan, Αζερμπαιτζάν και Κουρδιστάν, που στα τέλη του αιώνα είχαν καταφέρει να αποτελούν το 29% του μη γηγενούς πληθυσμού της Κεντρικής Ασίας.
Βάσει του ιστορικού παρελθόντος, το Ιράν ακολουθεί μια πιο ευέλικτη εξωτερική πολιτική, η οποία εστιάζει στην περσική γλώσσα και κουλτούρα, δίχως να προσπαθεί να επιβάλλει το Σιιτισμό, όπως επιχείρησε με άλλα κράτη (Λίβανος, Συρία). Τα Φαρσί κατέχουν εξέχουσα θέση στην Κεντρική Ασία και ιδιαίτερα στο Ουζμπεκιστάν και το Τατζικιστάν. Στη διάρκεια των εβδομήντα ετών της σοβιετικής θητείας, το περσικό αλφάβητο υπέστη σοβαρές αλλαγές και αλλοιώσεις, καθώς η ρωσική γλώσσα πρυτάνευε σε όλο το φάσμα της καθημερινής ζωής αυτών των κρατών, και τροποποιήθηκε σε έναν συνδυασμό περσικών και αραβικών.
Στο Κιργιστάν, σύντομα μετά την πτώση της Ε.Σ.Σ.Δ, ακαδημαϊκοί και μη, που τους ενδιέφερε η διάδοση και αναβίωση της περσικής γλώσσας, επεδίωξαν την εδραίωση μαθημάτων στα περσικά με την ίδρυση του Τμήματος Ανατολικολογίας του Πανεπιστημίου Ανθρωπιστικών Σπουδών του Μπισκέκ, μόλις το 1992, ξεκινώντας τη δράση του με δέκα μαθητευόμενους. Σημαντικό ρόλο στην οικοδόμηση αυτής της πολιτιστικής σχέσης (Ιράν-Κεντρικής Ασία) έχει διαδραματίσει η περιοχή Khorasan στο βορειοανατολικό Ιράν, η οποία και επιτάθηκε λόγω της εγκαθίδρυσης του Δρόμου του Μεταξιού και τη συνδιαλλαγή της Τεχεράνης με τα όμορα κράτη σε εμπορικό, οικονομικό, γλωσσικό και πολιτιστικό επίπεδο. Για παράδειγμα, το Ιράν μοιράζεται 1500 χιλιόμετρα κοινής συνοριακής γραμμής με το Τουρκμενιστάν, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας συμπεριλαμβάνεται στην περιοχή Khorasan, συνεπώς μπορεί να αντιληφθεί κανείς την αμεσότητα των σχέσεων μεταξύ των δύο πλευρών.
Παράλληλα, τα πέντε αυτά κράτη, πράγματι έχουν υιοθετήσει ποικίλες ιρανικές εορτές όπως το Nowruz, πρακτική που επιβίωσε από την εποχή των Σελτζούκων και των Μογγόλων έως σήμερα. Ο συνδετικός κρίκος όμως είναι το Ισλάμ. Ο μουσουλμανισμός ήταν ανέκαθεν η πιο ευρεία και δημοφιλής θρησκεία στην περιοχή, ανεξαρτήτως δόγματος. Χαρακτηριστικά, το Ιράν λειτούργησε ως δίαυλος για τον ασπασμό του Κορανίου από το Τουρκμενιστάν, ύστερα από εβδομήντα χρόνια κομμουνιστικής κυριαρχίας, και σε αυτό το γεγονός οφείλεται η έντονη και αδιάσπαστη μουσουλμανική ταυτότητα του τελευταίου.
Το Ιράν, ταυτόχρονα, προσπαθεί να εκμεταλλευτεί το πλαίσιο του ECO[2], όπου θίγονται ποικίλα ζητήματα επιστήμης, τέχνης, πολιτισμού, εκπαίδευσης, λογοτεχνίας και αθλητισμού, αποτελώντας δίαυλο ανάδειξης του περσικού πολιτισμού και γόνιμο έδαφος για υιοθέτηση παραδόσεων από τα υπόλοιπα κράτη μέλη, με μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τα κράτη της Κεντρικής Ασίας, ως ένας πρόσθετος παράγοντας σύσφιξης σχέσεων. Συνεπώς, αντιλαμβάνεται κανείς πως η Τεχεράνη αξιοποιεί με κάθε τρόπο και μέσα από κάθε επίσημο ή μη πλαίσιο την ευκαιρία να «φωτίσει» την αξία του πολτισμού της και τη σημασία της ίδιας τόσο ως κράτος στην περιοχή του Καυκάσου, της Μέσης Ανατολής αλλά και διεθνώς όσο και ως θεματοφύλακας της κουλτούρας, της παράδοσης και του ιστορικού παρελθόντος της.
[1] Αλλιώς Nadir Shah (1688-1747), ήταν Ιρανός ηγεμόνας και κατακτητής ο οποίος κατόρθωσε να διαμορφώσει μία αυτοκρατορία που εκτεινόταν από τον Ινδό ποταμό ως τον Καύκασο. Πηγή: Britannica
[2] Ο Οικονομικός Οργανισμός Συνεργασίας ιδρύθηκε το 1985 από το Ιράν, την Τουρκία και το Πακιστάν ως ένας περιφερειακός διακυβερνητικός οργανισμός ο οποίος στοχεύει στην οικονομική, τεχνική και πολιτιστική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών. Κράτη μέλη : Ιράν, Τουρκία, Πακιστάν, Καζακστάν, Τουρκμενιστάν, Τατζικιστάν, Ουζμπεκιστάν, Κιργιστάν, Αζερμπαιτζάν και Αφγανιστάν. H έδρα του οργανισμού βρίσκεται στην Τεχεράνη. Πηγή: Linked In
Δασκαρόλη Χριστίνα
Βιβλιογραφία:
- ‘’Iran -Central Asia Multilateral Trade: Development &Prospects’’, Silk Road Briefing April 30th 2023 https://www.silkroadbriefing.com/news/2023/04/30/iran-central-asia-multilateral-trade-development-prospects/
- LAL Rollie, ‘’Central Asia and Its Asian Neighbors: Security and Commerce at the Crossroads’’, RAND Corporation 2006 (11-17) https://www.jstor.org/stable/10.7249/mg440af.10?seq=6
- TURNER Daniel, ‘’ Iran Eyes Opportunities in Central Asia’’, New Lines Institute 2023 https://newlinesinstitute.org/state-resilience-fragility/power-vacuums/iran-eyes-opportunities-in-central-asia/
- KIANI Davood, ‘’Iran and Central Asia: a Cultural Perspective’’, Islamic Azad University January 14th 2014 https://ciaotest.cc.columbia.edu/journals/irfa/v4i4/f_0032182_26187.pdf