Από την Ντόρα Κατσωνοπούλου, Καθηγήτρια Αρχαιολογίας
Η οινοφόρος άμπελος από την οποία παράγεται ο οίνος, εθεωρείτο για τους αρχαίους έλληνες δώρο θεϊκό στον άνθρωπο, που του χαρίστηκε από τον θεό Διόνυσο, θεό της βλάστησης και του οίνου. Ο Διόνυσος λατρευόταν στη διάρκεια σημαντικών εορτών, όπως τα Ανθεστήρια, γιορτή του κρασιού που πραγματοποιούνταν στα μέσα Φεβρουαρίου και τα Λήναια στα μέσα του Ιανουαρίου, με την συμμετοχή σε αυτήν μόνον γυναικών που εκτελούσαν λατρευτικές τελετές στον θεό. Στον ελληνικό χώρο, η άμπελος εντοπίζεται για πρώτη φορά στα τέλη της Νεολιθικής περιόδου και εμφανίζεται συχνότερα στην πρώϊμη Εποχή του Χαλκού, δηλαδή στην 3η χιλιετία π.Χ.
Το γεγονός ότι ο οίνος συνδέεται με την ευθυμία και τη χαρά της ζωής, οδήγησε από νωρίς στην ανάπτυξη γύρω από τον οίνο και την οινοποσία μιας ολόκληρης κουλτούρας, από τα ιδιωτικά και φιλικά γεύματα στα σπίτια έως τα οργανωμένα συμπόσια. Τα συμπόσια (από το συν-πίνω δηλαδή πίνω παρέα με άλλους) γίνονταν στα σπίτια των συμποσιαστών και λάμβαναν χώρα στον «ανδρώνα», ένα δωμάτιο στο ισόγειο του σπιτιού ιδιαίτερα προορισμένο γι’ αυτό το σκοπό. Οι αντίστοιχοι χώροι σε δημόσια κτίρια που προορίζονταν για τα δημόσια γεύματα, ονομάζονταν «εστιατόρια». Ο ανδρώνας ήταν μια ευρύχωρη αίθουσα και στον περίγυρό της ήταν τοποθετημένες οι κλίνες ή ανάκλιντρα χωρητικότητας 2-3 ατόμων. Δίπλα στα ανάκλιντρα και προς το κέντρο της αίθουσας, ήταν τοποθετημένα τα τραπέζια για το δείπνο και το ποτό των συμποσιαστών που συνήθως έφθαναν μέχρι τον αριθμό των 20 και πάντως δεν ξεπερνούσαν τους 30. Οι τοίχοι της αίθουσας του συμποσίου διακοσμούνταν αναλόγως με φύλλα φοίνικα ή ανθοστέφανα ενώ, όπως παρατηρούμε σε σχετικές συμποσιακές απεικονίσεις, στους τοίχους μπορεί να κρέμονταν όπλα προβάλλοντας τα ηρωικά πρότυπα (πόλεμος, κυνήγι) ή αντικείμενα με αναφορά στο συμπόσιο όπως αγγεία του πότου, κουτάλες, σουρωτήρια, καλάθια, και προσωπικά αντικείμενα των συμποσιαστών, όπως μπαστούνια, μπότες, σανδάλια αν δεν τοποθετούνταν κάτω από τις κλίνες.
Στη μέση της αίθουσας στηνόταν ο κρατήρας, το δεύτερο μετά το ανάκλιντρο κυριαρχικό στοιχείο του συμποσίου, δηλαδή ένα ευρύστομο και μεγάλου ύψους, 1 περίπου μέτρου, αγγείο στο οποίο γινόταν η ανάμιξη του κρασιού με το νερό όπως δηλώνει το ίδιο το όνομα του αγγείου, κρατήρας, δηλαδή το αγγείο της κράσης. Είναι γνωστό ότι οι αρχαίοι έλληνες έπιναν το κρασί κεκραμένο (αραιωμένο δηλαδή με νερό, 2/3 νερό έναντι 1/3 οίνου) και όχι άκρατο, συνήθεια που θεωρούνταν βαρβαρική. Από αυτή τη διαδικασία της ανάμιξης του οίνου με νερό: κράσις οίνου προέρχεται και η νεότερη ονομασία του κρασιού. Από τον κρατήρα αντλούσαν το κρασί με την κανάτα που λέγεται οινοχόη, η οποία χρησίμευε και για το σερβίρισμα του κρασιού στα ποτήρια. Για να διατηρείται το κρασί δροσερό εμβάπτιζαν στον κρατήρα ένα αγγείο ψύξεως που το γέμιζαν με χιόνι ή πάγο, τον ψυκτήρα. Από τα αγγεία του πότου πιο κοινό ήταν ο σκύφος, ενώ η κύλιξ ήταν ασφαλώς το δημοφιλέστερο. Κατέχουμε εξαιρετική και πλούσια σειρά αυτών των αγγείων με παραστάσεις από σκηνές συμποσίων τόσο στην εξωτερική ζώνη αλλά και εσωτερικά ώστε αυτός που έπινε έβλεπε και το θέμα στο εσωτερικό του αγγείου, που ήταν συνήθως σκηνές σχετικές με τις οινοποσίες και τη διασκέδαση. Ο κάνθαρος, το κατ’ εξοχήν αγγείο/σύμβολο του Διονύσου, είναι ένα επίσης δημοφιλές αγγείο πότου. Οι συμποσιαστές ως μέσον διασκέδασης χρησιμοποιούσαν όμως και τον μαστό, ένα κύπελλο στο σχήμα του γυναικείου στήθους.
Τα συμπόσια ακολουθούσαν συγκεκριμένο και αυστηρό τυπικό. Σε αυτά συμμετείχαν μόνον οι προσκεκλημένοι από τον οικοδεσπότη και διοργανωτή της συγκέντρωσης. Εξαίρεση ήταν τα πρόσωπα που μπορεί να συνόδευαν καλεσμένους στο συμπόσιο αλλά θα έπρεπε και πάλι να είναι κοινώς γνωστά και αποδεκτής διαγωγής. ΄Ετσι, ο Αριστόδημος πηγαίνει στο πλατωνικό Συμπόσιο «άκλητος» επειδή είναι φίλος του Σωκράτη. Οι καλεσμένοι ήταν αποκλειστικά άνδρες ηλικίας μεταξύ 30-50 ετών (με κάποιες εξαιρέσεις), επιφανή πρόσωπα της πνευματικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής και μέλη της αριστοκρατικής τάξης. Την ομάδα των συμποσιαστών συνέδεε ισχυρή φιλία, στην οποία οι έλληνες έδιναν μεγάλη σημασία και της απέδιδαν επίσημο χαρακτήρα.
Μόλις έφθανε στον χώρο ο καλεσμένος, τον οδηγούσε ο δούλος του σπιτιού στη θέση του στον ανδρώνα που ήταν συνήθως προκαθορισμένη, και τον βοηθούσε να πλύνει τα χέρια του. Ο συμποσιαστής κατόπιν έπαιρνε τη θέση του στο ανάκλιντρο σε στάση αριστοκρατική, όπως δείχνουν οι συμποτικές απεικονίσεις, περιμένοντας την έναρξη του συμποσίου που ξεκινούσε με το δείπνο ή σύνδειπνο, στην διάρκεια του οποίου δεν έπιναν. Μετά το τέλος του δείπνου, οι υπηρέτες απέσυραν τα τραπέζια, καθάριζαν τον χώρο και μετέφεραν καινούρια τραπέζια με τα αγγεία του πότου και τα τραγήματα, δηλαδή τα επιδόρπια: τυριά, φρούτα, ξηρούς καρπούς με σταφίδες και σύκα με τα οποία συνόδευαν το κρασί, για να αρχίσει το β’ και ουσιαστικότερο μέρος του συμποσίου, η οινοποσία με τα συνακόλουθά της. Πριν αρχίσει η οινοποσία του β’ μέρους, έκαναν προπόσεις και σπονδές στον θεό του οίνου Διόνυσο πίνοντας λίγες σταγόνες από άκρατο οίνο. Ακολουθούσε η εκλογή με τα ζάρια ενός από τους συμποσιαστές ως προέδρου της βραδιάς («βασιλεύς» ή «πρύτανης» ή «άρχων») που ανελάμβανε τον συντονισμό του συμποσίου στο εξής και φρόντιζε να μην υπάρχουν παρεκτροπές από το μέτρο στην διάρκεια της κατανάλωσης του κρασιού. Στο σημείο αυτό έμπαιναν στον χώρο και άλλα πρόσωπα πλην των συμποσιαστών: οι οινοχόοι για το σερβίρισμα του κρασιού, αυλητές και αυλητρίδες για τη μουσική, χορευτές για τους χορούς, καλλιτέχνες και των δύο φύλων που εκτελούσαν διάφορες καλλιτεχνικές επιδείξεις, όπως ακροβασίες, ταχυδακτυλουργίες, μιμήσεις.
Στην διάρκεια αυτού του μέρους, γινόταν η απαγγελία λυρικών συνθέσεων από τους συμποσιαστές, παίζονταν πνευματικά διασκεδαστικά παιχνίδια, όπως γρίφοι και αινίγματα αλλά διεξάγονταν και μονομαχίες ζώων, κυρίως κοκορομαχίες. Το πιο δημοφιλές όμως από τα συμποτικά παιχνίδια ήταν ο κότταβος που γινόταν ως εξής: Ο κάθε πότης έπινε το κρασί σχεδόν μέχρι τον πάτο του ποτηριού. Μετά, στριφογύριζε το ποτήρι κρατώντας το από την λαβή με τον δείκτη ή τα δυο του μπροστινά δάχτυλα, με στόχο να χτυπήσει με την τελευταία σταγόνα το σημάδι, που συνήθως ήταν ένας δίσκος ή μικρό αγγείο τοποθετημένο πάνω σε μια βάση. Εκτός από τους άνδρες, σε συμποτικές σκηνές απεικονίζονται παίζοντας τον κότταβο και οι εταίρες, πρόσωπα που είχαν τον δεύτερο κυρίαρχο ρόλο στα συμπόσια μετά τους άνδρες συμποσιαστές. Γυναίκες δηλαδή νεαρές, όμορφες, ελεύθερες και μορφωμένες που συνόδευαν στα συμπόσια τους άνδρες, με τους οποίους σχετίζονταν, και μπορούσαν να συμμετέχουν στις συζητήσεις. Οι εταίρες αποτελούσαν μια ξεχωριστή κοινωνική τάξη και συνήθως προέρχονταν από ξένες προς την Αθήνα περιοχές. Αρκετές από αυτές υπήρξαν διάσημες για την μόρφωση και την επιρροή τους σε σημαντικούς άνδρες, με επιφανέστερο παράδειγμα την Ασπασία που έγινε και σύζυγος του Περικλή.
Οι συμποσιακές συναθροίσεις, πέραν της διασκέδασης και των γευστικών απολαύσεων που προσέφεραν, αποτελούσαν κέντρο πνευματικών αναζητήσεων και ανταλλαγής ιδεών και διαλογικής συζήτησης. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα αυτού του ρόλου και της προσφοράς των συμποσίων, ανατρέχουμε στο κατ’ εξοχήν ελληνικό ‘Συμπόσιο’ του Πλάτωνα που λαμβάνει χώρα το 416 π.Χ. στο σπίτι του Αγάθωνα, νεαρού τραγικού ποιητή που μόλις είχε κερδίσει το πρώτο βραβείο στο φεστιβάλ δράματος και στο οποίο συμμετέχουν εξέχοντα πρόσωπα της πνευματικής, πολιτικής και κοινωνικής ζωής της κλασικής Αθήνας. Τα πρόσωπα που συμμετέχουν είναι Αγάθων: ο οικοδεσπότης, Σωκράτης: κυριαρχική μορφή του συμποσίου, Απολλόδωρος: γνωστός γλύπτης, Γλαύκων: αδελφός του Πλάτωνα, ανώνυμος: φίλος του Απολλόδωρου, Αριστόδημος: φίλος του Σωκράτη, Φαίδρος: γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, Παυσανίας: ο στρατηγός και σοφιστής, Ευρυξίμαχος: πολυμαθής γιατρός, Αριστοφάνης: ο μεγάλος κωμωδιογράφος, Αλκιβιάδης: ο μεγάλος πολιτικός και εύγλωττος ρήτορας, διάσημος για την ομορφιά του, ο οποίος έφθασε τελευταίος μάλιστα στο δείπνο, ερχόμενος από άλλη γιορτή και σε εύθυμη διάθεση. Θέμα της συζήτησης ο έρωτας σε όλες τις εκφάνσεις του ως «αίσθηση» και ως «ιδέα», με υψηλού επιπέδου διαλόγους και φιλοσοφικά διανοήματα.
Κατ’ αναλογίαν στο αντίστοιχο ομότιτλο έργο του ιστορικού Ξενοφώντα, λαμβάνουν μέρος πέραν του Σωκράτη, οι εξής επιφανείς πολίτες: Καλλίας: ο οικοδεσπότης από επιφανή οικογένεια, σοφός και συγγενής του Περικλή, Ερμογένης: αδελφός του Καλλία και φίλος του Σωκράτη, Νικήρατος: γιος του στρατηγού Νικία, Αντισθένης: ο ιδρυτής της Σχολής των Κυνικών, Χαρμίδης: φιλόσοφος, ξάδελφος του πολιτικού Κριτία, Κριτόβουλος: ο μεγαλύτερος γιος του Κρίτωνα που ήταν μαθητής του Σωκράτη, Φίλιππος: γνωστός και σεμνός επαγγελματίας, Αυτόλυκος: νικητής στο παγκράτιο, κατήγορος του Σωκράτη, ανώνυμος: Συρακούσιος καλλιτέχνης, Λύκων: ρήτορας, ενάντιος του Σωκράτη.
Συμπερασματικά, ο θεσμός του Συμποσίου με την τελετουργία και το περιεχόμενό του, πέρα από την κοινωνική του σημασία, έπαιξε σημαίνοντα ρόλο στην εκπαιδευτική, πολιτιστική και πολιτική ζωή των ελλήνων. Από αυτή την πλευρά του Συμποσίου, της πνευματικής του δηλαδή κατεύθυνσης, υπηρετώντας κατά τους αρχαίους έλληνες την Ουρανία Αφροδίτη δηλαδή την θεά του πνεύματος, έναντι της Πανδήμου Αφροδίτης, ως θεάς της διασκέδασης και των υλικών απολαύσεων, προέρχεται ο όρος ‘Συμπόσιο’ που σήμερα χρησιμοποιείται για τις επιστημονικές συναντήσεις ή συνέδρια, όπου οι ειδικοί ομιλητές εκθέτουν απόψεις πάνω σε συγκεκριμένο θέμα και γίνεται διαλογική συζήτηση, αναδεικνύοντας την διαχρονικότητα και την συνέχεια της συμποτικής κουλτούρας για περισσότερο από 2500 χρόνια.