
Η λογοτεχνία είναι ένα μέσο πολιτιστικής κληρονομιάς και ήπιας ισχύος μιας χώρας, καθώς δημιουργεί νέους κόσμους στους αναγνώστες, οι οποίοι με έναν ευχάριστο τρόπο, μπορούν να εξοικειωθούν με τον πολιτισμό, την γεωγραφία, την ιστορία, τους προβληματισμούς, τα διλήμματα, ακόμα και τα αδιέξοδα ενός λαού. Προσφέρει μια πρωτότυπη ψυχογραφία στα πρόσωπα, στους χαρακτήρες και στην συνολικότερη ιδιοσυγκρασία των πρωταγωνιστών, που σπάνια μπορεί να αποδοθεί με άλλους τρόπους και μέσα. Η Ελλάδα και η Ρωσία έχουν διαχρονικά επενδύσει στον τομέα της λογοτεχνίας και των μεταφράσεων με πλείστα παραδείγματα έργων. Στη Μόσχα και από τη σειρά «Ελληνική Βιβλιοθήκη», έχουν ήδη κυκλοφορήσει το «Άξιον Εστί» του Ο. Ελύτη, «Το Τρίτο Στεφάνι» του Κ. Ταχτσή, το «Γκιακ» του Δ. Παπαμάρκου και πολλά ακόμη έργα Ελλήνων λογοτεχνών (anyteart 2020).
Ιστορικά, τον 19ο αιώνα εμφανίζονται στα πρώτα έντυπα μέσα της Ελλάδας, όπως η “Εστία”, η “Πανδώρα” και ο “Παρνασσός”, τα πρώτα ρωσικά μεταφρασμένα έργα. Την εποχή που η Ελλάδα δημιουργεί το κράτος της, είναι φυσικό να ψάχνει, μέσω της εθνικής της ιστοριογραφίας, έργα μέσα στο πλαίσιο του ιστορικού θέματος προκειμένου να αποκτήσει βαθύτερη αυτογνωσία και αυτοπεποίθηση. Μια χώρα με παραδοσιακούς και μόνιμους δεσμούς είναι και η Ρωσία, καθώς ήταν μια από τις Μεγάλες Δυνάμεις που συνέδραμε στην οικοδόμηση του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, επηρεάζοντας με αυτό τον τρόπο και τον πολιτισμό του. Σε αυτό το πλαίσιο, παρατηρούμε την έκδοση πολλών κειμένων γενικού ενδιαφέροντος για την Μόσχα και το Κρεμλίνο, την Αγία Πετρούπολη, την ζωή των τσάρων καθώς και πλήθος κειμένων ετερόκλητων, όπως κείμενα επιστημονικά, ανεκδοτολογικά, κείμενα για την υγεία του ρωσικού στρατού κλπ.
Η ελληνική «πρωτοτυπία» εδράζεται στο γεγονός ότι εστιάζει σε ειδικότερα θέματα, όπως οι ελληνορωσικές σχέσεις που αφορούν περιόδους κοινής ιστορίας, με επίκεντρο την εποχή του χριστιανισμού της Ρωσίας, καθώς και πρόσωπα όπως η Αικατερίνη Β’, ο Ποτέμκιν, ο Καποδίστριας. Την ίδια στιγμή, δημοσιεύεται πλήθος εγγράφων και αρχειακών υλικών, όπως τα «Ρωσικά Περί Ελλάδος Έγγραφα», τα οποία δημοσιεύονται στον “Παρνασσό” από το 1877 μέχρι το 1883. Αυτά τα έγγραφα περιέχουν διατάγματα και επιστολές της Μ. Αικατερίνης, καθώς και εκθέσεις και επιστολές των Ορλόφ, Σουβόροφ, Γκολίτσιν (Ιλίνσκαγια 2016). Από ιστορική σκοπιά, η πρώτη μετάφραση ρωσικού κειμένου καταγράφεται το 1820, στον “Λόγιο Ερμή”, με συγγραφέα τον γνωστό στη Ρωσία στιχουργό και φιλόλογο, Βασίλειο Καπνίστη. Άλλος ένας μεταφραστής από τα ρωσικά είναι ο ομογενής Κωνσταντίνος Αρτινός. Αντίστοιχα, κείμενα του Κριλώφ αρχίζουν να δημοσιεύονται από το 1847, του Πούσκιν από το 1848, του Καραμσίνου το 1855 και του Καραμψίνου (N. Καραμζίν) το ίδιο έτος. Η λίστα συνεχίζεται με έργα του Ιβάν Τουργκένιεφ το 1881, του Λ. Τολστόι το 1886, το παραμύθι «Πόθεν έρχεται το κακόν» του Φ. Ντοστογιέφσκι, το 1886 στην εφημερίδα «Ακρόπολις», καθώς και το διήγημα « Δέντρον των Χριστουγέννων και Γάμος», σε μετάφραση Θεόδωρου Βελλιανίτη (Σελλά 2006).
Κατ’ αναλογία, η πρώτη μετάφραση της νεοελληνικής λογοτεχνίας στα ρωσικά, ξέφευγε από τα αυστηρά όρια της λογοτεχνίας, κάτι που συνέβη και σε ευρωπαϊκές χώρες την ίδια περίοδο. Συγκεκριμένα, ήταν μια επιλογή ελληνικών δημοτικών τραγουδιών από τον Nikolai Gnedich το 1825. Ωστόσο, η συστηματική μετάφραση της νεοελληνικής λογοτεχνίας αρχίζει πολύ αργότερα, τη δεκαετία του 1950. Ήταν μεγάλη τιμή για τη νεοελληνική λογοτεχνία και την πολιτισμική διπλωματία των δύο χωρών σε αυτό το πεδίο, το γεγονός ότι ασχολήθηκαν με τη μετάφρασή της σπουδαίοι ποιητές και άνθρωποι των γραμμάτων, όπως ο Αρσένι Ταρκόφσκι (Ύμνος εις την Ελευθερίαν), η κόρη της Μαρίνα Τσβετάεβα, Αριάδνα Εφρόν (Ελεύθεροι Πολιορκημένοι), ο Ιωσήφ Μπρότσκι (ποιήματα Ελλήνων ποιητών στην Ανθολογία της αντιστασιακής ποίησης της Ευρώπης, 1970) και η Άννα Αχμάτοβα (διάφορα ποιήματα). Πολύ σημαντική υπήρξε η συνεισφορά της σπουδαίας μεταφράστριας Σόνιας Ιλίνσκαγια, η οποία υπηρέτησε για δεκαετίες τη νεοελληνική λογοτεχνία. Χαρακτηριστικό και αξιομνημόνευτο έργο της θεωρείται η «Ρωσική Καβαφειάδα». Τέλος, ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει και στο γεγονός ότι μεγάλη επιτυχία γνώρισε στη Ρωσία το έργο του Γ. Ρίτσου (Βραβείο Λένιν 1979) αλλά και του Κ. Βάρναλη (Βραβείο Λένιν 1959). Την ίδια στιγμή, ιδιαίτερα γνωστοί στους Ρώσους αναγνώστες είναι σήμερα ο Ν. Καζαντζάκης, ο Κ. Καβάφης και, ως έναν βαθμό, οι νομπελίστες Γ. Σεφέρης και Ο. Ελύτης (Σολωμού 2018).
Συμπερασματικά, η λογοτεχνική μετάφραση των δύο χωρών έχει μακρόχρονη πορεία, καθώς εκκινεί ήδη από τον 19ο αιώνα, σε ότι αφορά τα ρωσικά έργα, με τις μεταφράσεις των πρώτων ετερόκλητων έργων που καλύπταν διάφορα πεδία από ιστορικά ντοκουμέντα μέχρι συνταγές μαγειρικής. Τα ελληνικά έργα, άρχισαν να μεταφράζονται συστηματικά τον 20ο αιώνα, χάρη στην προσπάθεια σπουδαίων ανθρώπων της λογοτεχνίας και των γραμμάτων της Ρωσίας. Έργα των Ν. Καζαντζάκη, Γ. Ρίτσου, Λ. Τολστόι, Φ. Ντοστογιέφσκι θα μείνουν στην ιστορία ως έργα κοινής λογοτεχνικής κληρονομιάς στον τομέα της μετάφρασης, ανάμεσα στην Ρωσία και την Ελλάδα.
Βασίλης Αθανασόπουλος
Βιβλιογραφία:
Ιλίνσκαγια, Σόνια. Πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη Ιωαννίνων. 2016.
Σελλά, Όλγα. Η ρωσική λογοτεχνία στην Ελλάδα. kathimerini.gr, Απρίλιος 2006.
Σολωμού, Αιμίλιος. ΦΑΚΕΛΟΣ : Η ελληνική λογοτεχνία στο εξωτερικό: Η περίπτωση της Ρωσίας. Literature.gr, Φεβρουάριος 2018.
anyteart. Ελληνική λογοτεχνία στη Ρωσική γλώσσα. Ιούνιος 2020 https://www.anyteart.com/elliniki-logotechnia-sti-rosiki-glossa/
Πηγή Εικόνας