Η τέχνη αποτελεί τον καθρέφτη της εποχής στην οποία αναπτύσσεται. Έτσι σε μια εποχή που φωτίζεται από αστραπές, δονείται από σεισμικές αναταράξεις πολλών ρίχτερ, και από σχεδόν παντελή έλλειψη επικοινωνίας αλλά κυρίως από μια παιδεία αμφιβόλου ποιότητας, είναι λογικό η Τέχνη, την σήμερον ημέρα, να ομοιάζει μ’ ένα παρδαλό ρούχο παλιάτσου.
Οι αντιθέσεις, οι διαφωνίες, το κυνηγητό της καινοτομίας, η έλλειψη πολλές φορές αισθητικής (υπό την έννοια ότι αισθητική είναι συναίσθημα θετικό, που αφήνει τη γεύση της ομορφιάς και της ελπίδας), δημιουργούν ένα απίστευτο χάος και μια αδιάφορη προσέγγιση της κατανόησης. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι όλα αυτά μπορεί να κυοφορούν κάτι καινούργιο και συνεπώς να προδιαγράφουν το μέλλον, όπου είναι και το ζητούμενο. Θα μπορούσα να απαντήσω ότι το μέλλον είναι το ζητούμενο, όμως πιο μέλλον ζητούμενο θα υπήρχε μετά από μια ομοβροντία εκρήξεων ατομικών βομβών (μη ξεχνάμε ότι και η ατομική βόμβα ήταν καινοτόμος); Έτσι αυτή η εμφάνιση τέχνης στις μέρες μας σηματοδοτεί τη σύγχυση, αφού αγνοεί παντελώς τους συμπαντικούς νόμους. Ένας εξ αυτών είναι η αγνόηση της παράδοσής μας κυρίως από άγνοια, από ημιμαθείς σπουδές, αλλά και από Αυθεντίες που αντικαθιστούν τα αληθινά δεδομένα με ψευδή ή που παράγουν ιδέες που στηρίζονται στο πουθενά. Οι νέοι από τη φύση τους έλκονται από το περιπετειώδες και το ακραίο, εάν όμως δεν υπάρξει καθοδήγηση, παρότρυνση για έρευνα και παρουσίαση αποδεδειγμένων στοιχείων είναι σίγουρο ότι θα παραστρατίσουν στη γοητεία του «ότι μου ’ρθει θα το κάνω», οπότε είναι φυσικό να βλέπουμε μορφές τέχνης «υβρίδια». Το ως άνω σκεπτικό γεννήθηκε στην προσπάθεια να κατανοήσω όλον αυτόν τον σκουπιδότοπο που ονομάζεται «παραστάσεις αρχαίου Ελληνικού δράματος». Παραστάσεις και στάσεις που προέρχονται πολλές φορές από τη νοσηρή φαντασία αυτών που τις γέννησαν. Προφανής ψυχοπάθεια ή άλλες πρωτοφανείς διεγέρσεις που θα άφηναν άφωνο ακόμα κι αυτόν τον Φρόιντ. Δεν είναι ότι δεν πρέπει να πλησιάζουμε, ως κάτι το απρόσιτο, τα κείμενα της Αρχαίας Ελληνικής Τραγωδίας, αλλά επειδή είναι ένα είδος ιδιαιτέρου θεάτρου, χρήζει ανάγκης μελέτης και άσκησης σε όλα τα επίπεδα για να μπορεί κανείς να εξάγει ένα συμπέρασμα θετικό και συγκεκριμένο. Η παράδοσή μας αποτελεί ένα σίγουρο πάτημα, ένα σταθερό δεδομένο, που μπορεί κανείς να εξάγει δόκιμα συμπεράσματα. Το δημοτικό μας τραγούδι, οι παραδοσιακοί μας χοροί, η βυζαντινή μουσική, είναι σίγουροι στυλοβάτες προς εξαγωγή συμπερασμάτων, αλλά και διαμόρφωσης αισθητικής μορφής. Ο ποιητικός λόγος της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας είναι ένας λόγος πολύ-ρυθμος εκφράζοντας έτσι την πλούσια εναλλαγή των συναισθημάτων. Από τη στιγμή που δημιουργείται ρυθμός αυτό σημαίνει πως μπαίνουμε στο χώρο της μουσικής, που σημαίνει πως η αρμονία παίζει σημαντικό ρόλο. Λέγοντας αρμονία εννοούμε κάτι που χαρακτηρίζεται από πνεύμα σύμπνοιας, συνεργασίας, αγάπης. Αυτό ακριβώς σηματοδοτεί πως η εκφορά του λόγου δεν εκφέρεται έτσι απλά με τραγουδιστικά, αλλά με έναν προσωδιακό τρόπο που ταιριάζει και αποδίδει με μεγάλη ακρίβεια τη συναισθηματική εμπλοκή του ήρωα ή του χορού. Οι κατάλληλες δονήσεις των ήχων έχουν ως αντίκτυπο να ηχήσουν οι συναισθηματικές χορδές στο θυμικό του ανθρώπου και να προκαλέσουν το κοινό. Αυτό ακριβώς είναι που λείπει στη σύγχρονη θέαση. Το κοινό. Σήμερα έχουμε απλώς θεατές και όχι κοινό. Έτσι έχει εκλείψει η αντικειμενική Τέχνη, γι αυτό έχει εκλείψει και το κοινό. Κι έτσι έχουμε αυτόν τον επιπόλαιο και τυχοδιωκτικό υποκειμενισμό. Η Τραγωδία δεν έχει σκοπό να παρασύρει τον άνθρωπο σε καθημερινά ψυχολογικά τερτίπια, ούτε σε προστριβές του μέσου ανθρωπάκου. Εξ άλλου ο άνθρωπος δεν έχει ανάγκη τέτοιες συμπεριφορές, γιατί τις ζει καθημερινά, οπότε πλήττει, στεναχωριέται κι όλα αυτά δεν έχουν κανένα γούστο. Ο άνθρωπος έλκεται από τα μεγάλα έξω απ’ αυτόν, τα σημαντικά τα κοσμογονικά θέματα που αυτές οι μεγάλες συγκρούσεις είναι που πιθανόν να καθαγιάσουν τη ψυχή του. Το πρότυπο δεν βρίσκεται ίσο με το μπόι σου, αλλά με εκείνο που σε αναγκάζει να ανυψώσεις την κεφαλή σου για να δεις, αν θα δεις. Η τραγωδία δημιουργεί κάθαρση. Αυτό σημαίνει πως καθαγιάζει τη ψυχή σου δίνοντάς σου ελπίδα πως ό,τι και να γίνει όσο κι αν η θύελλα επιφέρει καταστροφές στο τέλος που τα πάθη θα έρθουν σε ισορροπία ο νους θα βγάλει τα συμπεράσματά του και τότε και μόνον τότε η γνώση βρίσκει έδαφος για να εγκατασταθεί. Διαφορετικά αν αφεθείς στη θύελλα των παρορμήσεων σου (όπως γίνεται και με την ηδονή), τότε θα βλέπουμε όλες αυτές τις φαντασιώσεις που τις αποκαλούν Τέχνη. Όταν όμως λέμε Τέχνη εννοούμε την ελεύθερη έκφραση της καλλιτεχνικής δημιουργίας και καλλιτεχνικός είναι αυτός που δημιουργείται με καλαισθησία. Η καλαισθησία είναι, λοιπόν, ο βασικός κόμβος απ’ όπου πρέπει να ξεκινάμε σαν μιαν αμετακίνητη πολιτική. Ό,τι δεν παράγει καλαισθησία δεν είναι καλλιτεχνικό, άρα δεν είναι και Τέχνη που σημαίνει δεν μπορεί να ωφελήσει τον άνθρωπο οπότε ας την εξοστρακίσουμε από την πολιτεία των ανθρώπων. Με κέφι για έρευνα, βασισμένη στην παράδοση μας και με επίμονη και επίπονη εξάσκηση μπορεί να βρούμε το δρόμο της Τέχνης που θα συνεπάρει τον άνθρωπο εκείνον που δεν έχει αλλοτριωθεί στους δαιδαλώδεις δρόμους της ανοησίας. Οι καιροί ου μενετοί, η Τέχνη δεν είναι για να διασκεδάζει τους ανθρώπους αλλά για να τους ψυχαγωγεί . Και η μεγαλύτεροι ψυχαγωγία είναι η αισθητική.