
Το Ιμαρέτ της Καβάλας ιδρύθηκε και ανεγέρθηκε σταδιακά στις αρχές του 19ου αιώνα από τον Μοχάμεντ Άλι Πασά της Αιγύπτου. Ο Μοχάμεντ Άλι θέλησε να παρέχει στους μουσουλμάνους συμπολίτες του ένα ίδρυμα θρησκευτικό, εκπαιδευτικό και φιλανθρωπικό. Μέχρι το 1902 λειτούργησε ως ισλαμικό ιεροδιδασκαλείο. Τα Ιμαρέτ αποτελούσαν βασικό στοιχείο των οθωμανικών πόλεων και αποτελούσαν ένα συγκρότημα δημόσιων κτηρίων (kulliye) με κοινωφελή χαρακτήρα. Το οικοδόμημα σταμάτησε να λειτουργεί ως Ιμαρέτ μετά το 1922, με την έναρξη αποχώρησης του μουσουλμανικού πληθυσμού και χρησιμοποιήθηκε ως χώρος φιλοξενίας των Ελλήνων προσφύγων.
Μετά την αποχώρηση των τελευταίων μουσουλμανικών οικογενειών κατά την δεκαετία του 1960, η μοίρα του ιστορικού κτιρίου έδειχνε αβέβαιη. Σε έναν από τους αύλειους χώρους δημιουργήθηκε μία ταβέρνα, ενώ το υπόλοιπο κτίριο παρέμεινε έρμαιο της παρακμής που αναπόφευκτα φέρνει ο χρόνος και η αδιαφορία. Στο τέλος της δεκαετίας του 1990 η Άννα Μισιριάν, γεννημένη και μεγαλωμένη στην Καβάλα αποφάσισε να αναλάβει το δύσκολο έργο της διάσωσης και συντήρησης του Ιμαρέτ. Καθώς κατά τη δεκαετία του ‘60 το Ιμαρέτ, μαζί με την οικία του Μοχάμεντ Άλι Πασά, κηρύχθηκαν ως προστατευόμενα ιστορικά μνημεία και αναγνωρίστηκαν από το ελληνικό κράτος ως αιγυπτιακές ιδιοκτησίες (βακούφια/ waqf), η Μισιριάν μίσθωσε τα κτίσματα της οικίας και του Ιμαρέτ από την αιγυπτιακή κυβέρνηση και με πολλή υπομονή, επιμονή και εντατική προσπάθεια, τους έδωσε εκ νέου πνοή.
Από το 2004 το κτίριο του Ιμαρέτ λειτουργεί ως μνημείο-ξενοδοχείο και περιλαμβάνει το ερευνητικό κέντρο MOHA, το οποίο στοχεύει στην προαγωγή της διαπολιτισμικής κατανόησης και επικοινωνίας μέσα από την μελέτη του Ισλάμ και των πολιτισμών της ευρύτερης Μεσογείου. Σύμφωνα με σχετικές πηγές, βασικό μέλημα της αποκατάστασης ήταν να διατηρηθούν οι αρχικές μορφές και δομές του συγκροτήματος και να προσαρμοστούν στις νέες χρήσεις με την ελάχιστη δυνατή παρέμβαση.
Η υποδειγματική μεταχείριση του Ιμαρέτ από την οικογένεια Μισσιριάν αξιολογείται εύλογα ως μία μεγάλη και αξιοσημείωτη κίνηση πολιτιστικής διπλωματίας. Μέσω της συντήρησης και επαναχρησιμοποίησης των ιστορικών μνημειακών χώρων αναγνωρίζεται η παρουσία του οθωμανικού και αιγυπτιακού πολιτισμού στην Καβάλα ως αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της πόλης και αποδίδεται ο δέον σεβασμός στην πολιτιστική κληρονομιά της. Παράλληλα, δίνεται χώρος, νοερά και φυσικά, συνδιαλλαγής του ελληνικού και του ισλαμικού πολιτισμού, φωτίζοντας τα κοινά στοιχεία και γεφυρώνοντας τις διαφορές τους.
Βασιλική Τσακλίδου
Πηγές: