Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, τον Μάιο του 1945, δύο σημαντικά πολιτικά γεγονότα «σφράγισαν» την πολιτική σκηνή της Ιταλίας: η επικράτηση του Χριστιανοδημοκρατικού,του Σοσιαλιστικού και Κομμουνιστικού κόμματος και η σύσταση Συντακτικής Συνέλευσης για την ίδρυση του νέου Συντάγματος. Μερικές από τις θεμελιώδεις διατάξεις τουνέου Συντάγματος, το οποίο τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1948, ήταν αφενός η εγκαθίδρυση ενός κοινοβουλευτικού συστήματος διακυβέρνησης και αφετέρου η διασφάλιση ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων.
Ωστόσο, πέραν των τροποποιήσεων στο πολιτικό προσκήνιο της χώρας, αλλαγές σημειώθηκαν και στον τρόπο άσκησης της πολιτιστικής διπλωματίας από την δημοκρατική, πλέον, ελίτ της χώρας. Σε αντίθεση με την πολιτιστική πολιτική που ασκούσε το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, το οποίο πρότασσε τη προπαγάνδα για την εξυπηρέτηση εθνικιστικών βλέψεων, ο νέος Πρωθυπουργός και Υπουργός Εξωτερικών της χώρας, Alcide De Gasperi, επιχείρησε την μετατροπή της πολιτιστικής διπλωματίας σε ένα εργαλείο εξωτερικής πολιτικής, το οποίο θα στόχευε στην ενδυνάμωσητης χώρας στις διεθνείς σχέσεις, αλλά ταυτόχρονα θα συνέβαλε και στη δημιουργία πολιτιστικών και πολιτικών δεσμών με άλλες χώρες της διεθνούς σκηνής.
Με βάση αυτή τη θεώρηση άλλωστε ο De Gasperi προχώρησε το 1946 στην υπογραφή των πρώτων διμερών πολιτιστικών συνθηκών της Ιταλίας με άλλες χώρες, οι οποίες θεμελίωσαν τις αρχές της πολιτιστικής, τεχνικής κι επιστημονικής συνεργασίας. Ωστόσο μετά την παραπάνω πρωτοβουλία, το ιταλικό κράτος, το 1950, υλοποίησε μια σειρά από σημαντικές δράσεις πολιτιστικού χαρακτήρα, η κυριότερη των οποίων ήταν το άνοιγμα πολιτιστικών ιδρυμάτων στο Παρίσι, το Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη, με στόχο την ανάδειξη του μεσογειακού πολιτισμού και κατ’ επέκταση του ιταλικού πολιτισμού.
Τα εν λόγω ινστιτούτα αποτέλεσαν χώρους πολιτιστικής διπλωματίας, διότι σε αυτά προσφέρονταν μαθήματα ιταλικής γλώσσας, λογοτεχνίας και ιστορίας της τέχνης, τόσο στην ιταλική γλώσσα όσο και στις γλώσσες των προαναφερθεισών χωρών και διεξάγονταν διάφορες πολιτιστικές εκδηλώσεις, εκθέσεις και θεατρικές παραστάσεις.Παράλληλα, άνοιξαν και πανεπιστημιακά κέντρα ξένων γλωσσών και ιταλικά σχολεία, τα οποία προσέφεραν με τη σειρά τους αντίστοιχα εκπαιδευτικά προγράμματα.
Εν κατακλείδι, ο τρόπος άσκησης της ιταλικής πολιτιστικής διπλωματίας άλλαξε δραστικά, μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο De Gasperi φρόντισε να διαμορφώσει εκ νέου την ατζέντα της πολιτιστικής διπλωματίας της χώρας του, συμπεριλαμβάνοντας μια πιο δημοκρατική οπτική, αυτή της ανάπτυξης διμερών πολιτιστικών σχέσεων με κύρια μέσα τον διάλογο και τη συνεργασία. Με άλλα λόγια, για την επίτευξη της παραπάνω στρατηγικής, επιχειρήθηκε συνολικά από το ιταλικό κράτος, πρώτον η υπογραφή διμερών πολιτιστικών συνθηκών και δεύτερον, η ίδρυση νέων πολιτιστικών κι εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στις μεγαλύτερες πολιτιστικές πρωτεύουσες του κόσμου, με κύριο στόχο τη διάδοση της ιταλικής ιστορίας, γλώσσας και λογοτεχνίας.
Βασιλού Αικατερίνη
Βιβλιογραφία
Britannica. Italy since 1945. Ανακτήθηκε από: https://www.britannica.com/place/Italy/Italy-since-1945
Medici, L. (2019). Italy’s Cultural Diplomacy: From Propaganda to Cultural Cooperation. ŚwiatIdeii Polityki, 18(1), 25-46. Ανακτήθηκε από: https://www.ceeol.com/search/article-detail?id=869752
ΕικόναPixabay. Ανακτήθηκε από: https://pixabay.com/images/id-1797893/