
Ο όρος «γαστρονομική διπλωματία» εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 2002, στα πλαίσια διοργάνωσης του προγράμματος «Global Thai Language» από την κυβέρνηση της Ταϊλάνδης. Έκτοτε, συναντάται συχνά στον επιστημονικό λόγο, σηματοδοτώντας μία σύγχρονη πρακτική πολιτιστικής διπλωματίας. Με βάση τον επιστημονικό ορισμό, μια χώρα δύναται να χρησιμοποιήσει αυτού του είδους τη διπλωματία, προκειμένου να διαμορφώσει το εθνικό εμπορικό της σήμα, να ασκήσει αποτελεσματικά την ήπια ισχύ της και ως επακόλουθο να βελτιώσει την εικόνα της στη διεθνή σκηνή.
Υπό αυτό το πρίσμα, η Ιταλία κατατάσσεται ανάμεσα στις χώρες που διαθέτουν μία από τις πιο διαδεδομένες γαστρονομικές κουλτούρες παγκοσμίως. Με κύρια μέσα τον πολιτιστικό τουρισμό και τη διαπολιτισμική ανταλλαγή, η Ιταλία έχει επενδύσει στο τομέα της γαστρονομίας. Αυτό το επιτυγχάνει, κυρίως μέσω της μαζικής εξαγωγής ιταλικών προϊόντων υψηλής ποιότητας στις μεγαλύτερες εμπορικές αγορές του κόσμου. Μέσω της κυκλοφορίας και κατ’ επέκταση της αγοράς των επιμέρους εθνικών προϊόντων, με τα τελευταία να αποκτούν πέρα από οικονομική και πολιτιστική αξία, το ευρύ καταναλωτικό κοινό έρχεται σε επαφή με την ιταλική κουζίνα, μέσω της οποίας ανακαλύπτει ολόκληρη την πολιτιστική παράδοση της χώρας.
Σε γενικές γραμμές, η ιταλική κουζίνα με σήμα κατατεθέν τα ζυμαρικά, το ελαιόλαδο, το κρασί και το τυρί, έχει μακραίωνη ιστορική πορεία. Ως μία από τις παλαιότερες κουζίνες της Ευρώπης δέχτηκε πολλαπλές πολιτιστικές επιρροές, κυρίως λόγω του φαινομένου του εποικισμού. Πιο συγκεκριμένα, ο εποικισμός λαών όπως των Γάλλων και των Ισπανών επέφερε αλλαγές και οδήγησε στην ανάδυση επιμέρους γαστρονομικών παραδόσεων ανά περιφέρεια. Πέραν όμως της διαπολιτισμικής ανταλλαγής, η οποία σίγουρα έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της, η γεωγραφική θέση και το μεσογειακό κλίμα υπήρξαν οι κύριοι παράγοντες που συνέβαλαν στη τελική της μορφή.
Εν κατακλείδι, η ιταλική γαστρονομική παράδοση αποδεικνύεται ιδιαίτερα πλούσια. Η Ιταλία ως χώρα έχει επιδοθεί σε μια επιτυχημένη προσπάθεια προβολής της ιταλικής κουζίνας στο εξωτερικό, παρουσιάζοντας την ως αναπόσπαστο κομμάτι της εθνικής πολιτιστικής της κληρονομιάς. Βάσει της εν λόγω στρατηγικής, λοιπόν, θα έλεγε κανείς ότι η διπλωματία της γαστρονομίας συνιστά μία από τις βασικές μορφές εξωτερικής πολιτικής που αξιοποιεί η Ιταλία προκειμένου να προβάλλει το πολιτιστικό της υπόβαθρο στο διεθνές περιβάλλον.
Βασιλού Κατερίνα
Βιβλιογραφία:
https://www.academia.edu/35229420/FOOD_SAFETY_MANAGEMENT
Βιβλιογραφία
Romanova, K. M. T. (2020). Gastrodiplomazia come strumento per modellare l’immagine della politica estera dello Stato.
SERT, A. N. (2017). Italian Cuisine: Characteristics and Effects. Economic Research, 1(1), 49y-57.
Φωτογραφία από https://pixabay.com/images/id-2119677/