Article Views :

588 views

Γιατί η ήπια ισχύς δεν αποτελεί πολυτέλεια για την Ελλάδα;

Οι δυνατότητες επιβίωσης, ανάπτυξης και ευημερίας ενός κράτους εξαρτώνται από τους παράγοντες ισχύος που αυτό διαθέτει. Οι θεωρητικοί των Διεθνών Σχέσεων διακρίνουν δύο βασικές κατηγορίες συντελεστών ισχύος: τη «σκληρή» ισχύ (Hard Power), η οποία αναφέρεται κυρίως στην γεωγραφική έκταση, στον πληθυσμό και στις στρατιωτικές και οικονομικές δυνατότητες που διαθέτει ένα κράτος και κατά δεύτερον, στην «ήπια» ισχύ, που περιλαμβάνει τον πολιτισμό, τις πολιτικές αξίες και την εξωτερική πολιτική μία χώρας. H βασική διαφορά ανάμεσα στις δύο αυτές μορφές ισχύος, είναι ότι η μεν «σκληρή» ισχύς βασίζεται κυρίως στον εξαναγκασμό και στην επιβολή, η δε «ήπια» στηρίζεται στη δύναμη της έλξης και στη συνεργασία.

Η Ιστορία μας δείχνει ότι τα περισσότερα κράτη αξιοποιούν κυρίως τη «σκληρή» τους ισχύ για να επιτύχουν τα αποτελέσματα που επιθυμούν, είτε πρόκειται για τη χρήση ή απειλή χρήσης στρατιωτικής βίας, είτε για την επιβολή δασμών και οικονομικών πιέσεων/κυρώσεων κάθε είδους. Παρά το γεγονός ότι μεταπολεμικά συστήθηκαν διεθνείς θεσμοί πολιτικού, οικονομικού, στρατιωτικού και δικαστικού χαρακτήρα (Ηνωμένα Έθνη, ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, ΝΑΤΟ, Ε.Ε., Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης κ.α.) όταν οι διεθνείς υποθέσεις φθάνουν σε οριακές καταστάσεις, το δίκαιο φαίνεται να παραχωρεί τη θέση του στην απροκάλυπτη χρήση «σκληρής» -κυρίως- ισχύος. Κατά συνέπεια, η συζήτηση για την χρησιμότητα της «ήπιας» ισχύος, συνήθως θεωρείται άτοπη ή δευτερεύουσας σημασίας, ενώ συχνά όσοι κάνουν λόγο για την αξία της αντιμετωπίζονται ως ρομαντικοί ή ακόμη και αφελείς.

Ας εξετάσουμε τώρα την περίπτωση της Ελλάδας. Ιστορικά, σε γεωγραφικό, πληθυσμιακό, στρατιωτικό και οικονομικό επίπεδο, υπήρξε πάντοτε μια χώρα μικρομεσαίας δυναμικότητας. Όλοι δε οι παράγοντες «σκληρής» της ισχύος, ακολουθούν σήμερα καθοδική πορεία. Ένας στάσιμος και γηράσκων πληθυσμός, με φθίνουσες μελλοντικές τάσεις εξαιτίας της υπογεννητικότητας, που επιπλέον χάνει την ομοιογένειά του λόγω της εισροής προσφυγικών και μεταναστευτικών ρευμάτων. Μια οικονομία που δεν έχει συνέλθει ακόμη από τη δεκαετή κρίση και αντιμετωπίζει δομικά παραγωγικά προβλήματα και ένας αμυντικός τομέας που παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του προσωπικού του, υποφέρει από την έλλειψη οικονομικών πόρων, από την απουσία μιας βιομηχανίας ικανής να τον τροφοδοτεί σε σταθερή βάση, από αναποτελεσματικές οργανωτικές δομές, αλλά και από τις άστοχες και ενίοτε διεφθαρμένες εξοπλιστικές επιλογές του παρελθόντος. Η ελληνική «σκληρή» ισχύς δεν πρόκειται να διαφοροποιηθεί ούτε σύντομα αλλά ούτε και εύκολα, καθώς για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο χρειάζονται επιπλέον υλικοί πόροι, χρονοβόρες διαρθρωτικές αλλαγές, χαρισματική και τολμηρή πολιτική ηγεσία, κοινωνική κινητοποίηση και συνοχή, αλλά και ευνοϊκό διεθνές περιβάλλον.

Από την άλλη πλευρά, η «ήπια» ισχύς, είναι μια σχετικά φθηνότερη μορφή ισχύος. Αυτό συμβαίνει γιατί η φύση της δεν είναι κυρίως υλικού χαρακτήρα, αλλά έχει περισσότερο διοικητική και πνευματική βάση. Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι παράγοντες που συνθέτουν την «ήπια» ισχύ της, αν και δεν έχουν αναπτυχθεί στο βαθμό που πρέπει, διαθέτουν μια πρωτογενή δυναμικότητα που αν αξιοποιηθεί καταλλήλως, μπορεί να αλλάξει όχι μόνον την εικόνα της χώρας, αλλά και να επαυξήσει τους παράγοντες «σκληρής» ισχύος της. Ας επιχειρήσουμε, όμως, να εξετάσουμε κάπως αναλυτικότερα τα στοιχεία που συγκροτούν την ελληνική «ήπια» ισχύ:

Α) Σε επίπεδο πολιτικών αξιών, η Ελλάδα αναγνωρίζεται διεθνώς ως η χώρα που γέννησε την έννοια της Δημοκρατίας, η οποία πέρασε πρώτα στη Ρώμη και ακολούθως μεταλαμπαδεύτηκε στο βρετανικό και αμερικανικό πολιτικό σύστημα. Η συμβολή αυτή, μαζί με την προσφορά του αρχαίου ελληνικού πνεύματος, υπήρξε καθοριστική κατά την περίοδο της ελληνικής επανάστασης, καθώς προκάλεσε ένα έντονο κύμα φιλελληνισμού, που μπορεί κανείς ακόμη να το συναντήσει στην ευρωπαϊκή και αμερικανική ήπειρο, παρά την ομολογουμένως τρωθείσα φήμη της χώρας μας εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Επιπροσθέτως, η Ελλάδα διατηρεί σε γενικές γραμμές την εικόνα μιας ανεκτικής και φιλόξενης χώρας, κάτι που καταδείχθηκε και κατά την περίοδο της έντονης προσφυγικής/μεταναστευτικής κρίσης. Χωρίς να αγνοείται η κακοδιαχείριση των οικονομικών κονδυλίων από την Ε.Ε. και οι ελλιπείς υποδομές, αν αναλογιστεί κανείς ότι οι εισροές αυτές συνέπεσαν με μία περίοδο έντονης οικονομικής και πολιτικής αστάθειας στη χώρα, μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι Έλληνες πολίτες αντιμετώπισαν με σχετική ηπιότητα τις προκλήσεις που προέκυψαν (ιδιαίτερα αν συγκρίνουμε τα ποσοστά ακραίου εθνικισμού στην Ελλάδα με αυτά χωρών που διαθέτουν πολύ πιο προηγμένους θεσμούς, καλύτερη οικονομική κατάσταση και δεχόνται μικρότερες μεταναστευτικές πιέσεις). Επιπλέον, η Ελλάδα ανήκει σ’ ένα γεωγραφικό αλλά και πολιτισμικό πλαίσιο που ενώνει την Ανατολή με τη Δύση και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για την αξία που κατέχει η χώρα μας στη σκέψη των διεθνών γεωπολιτικών δρώντων. Εκκινώντας από την αρχαιότητα και την απόκρουση των περσικών στρατευμάτων στο Μαραθώνα και στη Σαλαμίνα, αναλογιζόμενοι τον ελληνικό ρόλο στους δύο παγκοσμίους πολέμους και κατά την ψυχροπολεμική περίοδο και φθάνοντας στη σημερινή θέση της χώρας μας ως ενός δημοκρατικού και χριστιανικού κράτους στα σύνορα της Ανατολής, η προσήλωση της Ελλάδας στις πολιτικές αξίες αυτού που με σύγχρονους όρους ονομάζουμε «Δύση», θεωρείται σημαντική για την επίτευξη κρίσιμων γεωπολιτικών ισορροπιών.

Β) Η ελληνική εξωτερική πολιτική θεωρείται παραδοσιακά μετριοπαθής, χωρίς έντονες εθνικιστικές εξάρσεις ή επιθετικές στρατιωτικές πρωτοβουλίες. Παρά τις απειλές και τις προκλήσεις που δέχεται συνεχώς εξ Ανατολών αλλά και σποραδικά από τους βόρειους γείτονές της, η Ελλάδα έχει σε γενικές γραμμές επιδείξει ψύχραιμους διπλωματικούς χειρισμούς (που αγγίζουν κάποιες φορές τα όρια της ενδοτικότητας ή και της φοβικότητας). Στα διεθνή πολιτικά ζητήματα, υποστηρίζει σχεδόν αδιαλείπτως τις αποφάσεις που λαμβάνονται στο επίπεδο των θεσμών στους οποίους η ίδια συμμετέχει, ενώ λόγω της γεωγραφικής της θέσης και της ιστορικής της παράδοσης, μπορεί να συνδιαλλέγεται ανοικτά τόσο με τα κράτη των Βαλκανίων, όσο και με χώρες της Μέσης Ανατολής, αλλά και με τη Ρωσία και την Κίνα. Αυτό αποτελεί πλεονέκτημα για τη σύναψη κρίσιμων συνεργειών ή και στρατηγικών συμμαχιών και της δίνει τη δυνατοτητα να διαδραματίσει μελλοντικά το ρόλο ενός «έντιμου διαμεσολαβητή» που θα γεφυρώνει τα χάσματα που δημιουργούνται στη διεθνή διπλωματική κονίστρα.

Γ) Ο μακραίωνος και πλούσιος πολιτισμός της χώρας μας, που βασίζεται αφενός στην αρχαιοελληνική, ελληνιστική και βυζαντινή της κληρονομιά, αφετέρου στην πλουραλιστική χριστιανική της παράδοση, μέσω της διεθνούς επίδρασης που ασκεί σε πολλαπλά επίπεδα (πολιτικό, επιστημονικό, εκκλησιαστικό), προσφέρει στην Ελλάδα την ευκαιρία να αναπτύξει συνεργασίες με κράτη της Δύσης και της Ανατολής. Σε αυτό το πλαίσιο, η χρήση του εργαλείου της Πολιτιστικής Διπλωματίας είναι καθοριστική για την αναμόρφωση της εικόνας της χώρας μας (rebranding) και την προσπόριση ωφελειών σε διπλωματικό και οικονομικό επίπεδο.

Από τα ανωτέρω γραφέντα, συμπεραίνει κανείς ότι η Ελλάδα αποτελεί μία περίπτωση κράτους που διαθέτει ένα πρωτογενές απόθεμα «ήπιας» ισχύος. Το ερώτημα που τίθεται, είναι αν η αξιοποίηση της «ήπιας» ισχύος θα πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για τη χώρα μας; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι καταφατική. Πρώτον, επειδή ακριβώς η Ελλάδα είναι φορέας της συγκεκριμένης ιστορικής και πολιτισμικής κληρονομιάς που δεν διαθέτουν άλλες χώρες, μπορεί να αναπτύξει διάλογο και συνεργασία με κράτη που έχουν διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο μεταξύ τους.

Δεύτερον, η αξιοποίηση της «ήπιας» ισχύος αποτελεί μια συμφέρουσα και σχετικώς οικονομική επιλογή για τη χώρα μας, καθώς όπως προαναφέρθηκε, της λείπουν οι υλικοί πόροι που απαιτούνται για να αναπτύξει ουσιωδώς τη «σκληρή» της ισχύ. Αυτό σε καμία περίπτωση δε σημαίνει πως θα πρέπει να παραβλέψει τη «σκληρή» πλευρά της ισχύος της -κάτι τέτοιο θα συνιστούσε εγκληματική αμέλεια με ανεπίστρεπτες γεωπολιτικές συνέπειες- αλλά οφείλει να επιχειρήσει ένα άλμα στον ιστορικό χρόνο μέσω της παράλληλης ανάδειξης της «ήπιας» ισχύος. Η ισχύς αυτή δεν απαιτεί υπερβολικούς χρηματικούς πόρους, αλλά προϋποθέτει σαφή στρατηγικό σχεδιασμό, καλή οργάνωση, αποφασιστικότητα στη λήψη αποφάσεων, δημιουργική φαντασία, υιοθέτηση αξιόπιστων συμπεριφορών προς τρίτους, αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, ελκυστικό και στοχευμένο nation branding και κυρίως ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό εκπαιδευτικό σύστημα που εκτός από δεξιότητες θα καλλιεργεί και τις κατάλληλες νοοτροπίες εντός της κοινωνίας. Τρίτον, δεδομένης της επιθετικής και συχνά αντιδυτικής πολιτικής της Τουρκίας, της διαχρονικής αστάθειας της Μέσης Ανατολής, της γεωγραφικής ρευστότητας των Βαλκανίων και της οικονομικής διείσδυσης της Κίνας στην Ευρώπη, η Ελλάδα φαντάζει ως ένα δυνητικό φίλτρο εξισορρόπησης αντιτιθέμενων γεωπολιτικών συμφερόντων.

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί, πως η ανάπτυξη της «ήπιας» ισχύος δεν αποτελεί για ένα κράτος μια διαδικασία που απλώς εξελίσσεται πίσω από κλειστές διπλωματικές αίθουσες, σε πολιτιστικά και καλλιτεχνικά gala και «ελαφριές» συναντήσεις μεταξύ πολιτικών αξιωματούχων και ανθρώπων της τέχνης. Αντιθέτως, η επαύξηση της «ήπιας» ισχύος, επιτυγχάνεται μέσω της Δημόσιας αλλά -κυρίως- της Πολιτιστικής Διπλωματίας, σε επίπεδο κρατικό αλλά πρωτευόντως μη κρατικό, μέσω των ιδιωτικών δρώντων αλλά και της κοινωνίας των πολιτών. Η άσκησή της λειτουργεί παράλληλα σε οριζόντια και κάθετη διάσταση, με τους πολιτικούς, τους διπλωμάτες, τους επιχειρηματίες, τους ανθρώπους του πολιτισμού και τους πολίτες να βρίσκονται σε άμεσο διάλογο, συνεργασία και αλληλεπίδραση. Τούτου δοθέντος, η έλξη που ασκεί στους πολιτικούς δρώντες αλλά και στους λαούς άλλων χωρών η «ήπια» ισχύς, δίνει τη δυνατότητα σ’ ένα κράτος να αποκομίσει πολλαπλά οφέλη σε διπλωματικό και διαπολιτισμικό επίπεδο που μπορούν να μεταφραστούν σε άμεσα οικονομικά κέρδη, μέσω της αύξησης των εξαγωγών, των επενδύσεων, του τουρισμού και της γενικότερης διεύρυνσης των εμπορικών, επιχειρηματικών και πολιτιστικών του δεσμών.

Αυτό με τη σειρά του οδηγεί σε αύξηση του ΑΕΠ και της απασχόλησης (και κατά συνέπεια του πληθυσμού), σε διεύρυνση των φορολογικών εσόδων, στη δημιουργία καλύτερων υποδομών υγείας και εκπαίδευσης (άρα και στη βελτίωση της ποιότητας του ανθρώπινου δυναμικού), στη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος που θα ωφελήσει την ενίσχυση της παραγωγής και της εξωστρέφειας, στην αύξηση και την ποιοτική βελτίωση των αμυντικών εξοπλισμών (μέσω των αυξημένων οικονομικών πόρων που θα είναι διαθέσιμοι) και τελικά στην ενίσχυση της συνολικής ισχύος της χώρας.

Όταν οι αναλυτές σε κράτη όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα, τα οποία διαθέτουν τεράστια αποθέματα «σκληρής» ισχύος, προβληματίζονται για τις συνέπειες που θα έχει η απώλεια της «ήπιας» ισχύος τους που προκαλείται από τις εξωτερικές πολιτικές που ακολουθούν (π.χ. αλλοπρόσαλλη διπλωματία του Τραμπ στο συριακό ζήτημα και προστατευτισμός στο διεθνές εμπόριο, «επιθετικές» κινεζικές οικονομικές πολιτικές και η στάση του Πεκίνου στο ζήτημα του Χονγκ Κονγκ) χώρες με πολύ μικρότερη «σκληρή» ισχύ, όπως η Ελλάδα, δεν μπορούν να αγνοούν την ανάπτυξη της «ήπιας» ισχύος τους. Η «ήπια» ισχύς αποτελεί ένα στοιχείο που πρωτογενώς διαθέτει η Ελλάδα ως απότοκο της ιστορικής και πολιτισμικής της πορείας, μια μορφή ισχύος που βάσει των περιορισμένων δυνατοτήτων της μπορεί με οικονομικό τρόπο να αναπτύξει περαιτέρω, και τέλος, ένα εργαλείο πολιτικής που και άλλοι γεωπολιτικοί δρώντες θα ζητούσαν από τη χώρα μας να χρησιμοποιεί συχνότερα προκειμένου να επιλυθούν με καλύτερο τρόπο οι διεθνείς τους υποθέσεις. Όπως, διαφορετικά, το έχει διατυπώσει ο Έλληνας φιλόσοφος, Παναγιώτη Κονδύλης, στο βιβλίο του “Θεωρία του Πολέμου” : «H αξία μιας συμμαχίας για ένα της μέλος καθορίζεται από το ειδικό βάρος του τελευταίου στο σύνολο της συμμαχίας. Πιο λιανά: Οι σύμμαχοι αξίζουν για σένα τόσο, όσο αξίζεις εσύ γι΄ αυτούς. Καμία συμμαχία και καμία προστασία δεν κατασφαλίζει όποιον βρίσκεται μαζί της σε σχέση μονομερούς εξάρτησης».

Συμπερασματικά, η «ήπια» ισχύς δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται στην Ελλάδα ως μια εναλλακτική επιλογή της «σκληρής» ισχύος, αλλά ως συμπληρωματική αυτής, ευρισκόμενη μάλιστα σε άμεση διασύνδεση και αλληλεξάρτηση μαζί της. Ως εκ τούτου, δεν αποτελεί μονάχα έναν ευέλικτο τρόπο προώθησης των διπλωματικών και διαπολιτισμικών δεσμών της χώρας μας, αλλά και ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό μέσο προάσπισης των εθνικών της συμφερόντων.

του Μιχάλη Διακαντώνη

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

Εγγραφείτε. Κάντε εγγραφή για να μην χάσετε μελλοντικές δημοσιεύσεις.

You can unsubscribe at any time. By signing up you are agreeing to our Terms of Service and Privacy Policy. This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

Αρχείο Ηνωμένου Βασιλείου

Φορείς Πολιτιστικής Διπλωματίας Ηνωμένου Βασιλείου

Το Ηνωμένο Βασίλειο, βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι, καθώς η απόφαση για έξοδο από την Ε.Ε. (Brexit) έφερε επιπτώσεις και στη διεθνή εικόνα και φήμη της χώρας. Επομένως, θα χρειαστεί μια νέα προσέγγιση, προκειμένου να προωθηθούν αποτελεσματικά τα εθνικά συμφέροντα της χώρας, με ενισχυμένη δημόσια διπλωματία και διεθνείς πολιτιστικές σχέσεις.

Η Αγγλική γλώσσα, η οποία χρησιμοποιείται ως δεύτερη ή ως επίσημη γλώσσα σε πολλές χώρες του κόσμου, το τηλεοπτικό δίκτυο BBC (το μεγαλύτερο δίκτυο ΜΜΕ στον κόσμο με παρουσία στην τηλεόραση, το ραδιόφωνο και το διαδίκτυο σε περισσότερες από 30 γλώσσες και ένα ακροατήριο 269 εκατομμυρίων ανθρώπων κάθε εβδομάδα)κυρίαρχοι πολιτιστικοί οργανισμοί όπως το Βρετανικό μουσείο και το V&Aβραβευμένες τηλεοπτικές σειρές όπως το Sherlock, ναυαρχίδες του κινηματογράφου όπως ο James Bond και το Star Wars, η μουσική παραγωγή του David Bowie και του Ed Sheeranη λογοτεχνία του Σαίξπηρ και της Άγκαθα Κρίστι και αθλητικές διοργανώσεις όπως η Premier League, είναι μερικά από τα πιο δυνατά παραδείγματα και πλεονεκτήματα στον τομέα του πολιτισμού και της δημιουργικότητας του Ηνωμένου Βασιλείου.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η άσκηση της πολιτιστικής διπλωματίας βασίζεται στην ανταλλαγή ιδεών, αξιών και του πολιτισμού προκειμένου να ενδυναμωθεί η σχέση της χώρας με τον κόσμο και τις υπόλοιπες χώρες και επίσης να προωθηθούν η επιρροή της, η απασχόληση και η ανάπτυξη ως θεματοφύλακες του μέλλοντος της χώρας.

Το Υπουργείο Ψηφιακής πολιτικής, παιδείας, πολιτισμού, ΜΜΕ και αθλητισμού, συνεργάζεται με το Βρετανικό συμβούλιο, το Υπουργείο Εξωτερικών (Foreign Office) και άλλους κυβερνητικούς φορείς για να προωθήσουν πρωτοβουλίες, όπως η καμπάνια GREAT και πολιτιστικές συνεργασίες με άλλες χώρες.

Το 2006, δημιουργήθηκε το συμβούλιο Δημόσιας Διπλωματίας, σε μια προσπάθεια αναθεώρησης των πρακτικών της δημόσιας διπλωματίας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το συμβούλιο είναι υπεύθυνο, για τη δημιουργία εθνικής στρατηγικής δημόσιας διπλωματίας, προκειμένου να υποστηριχθούν τα διεθνή συμφέροντα και οι στόχοι του Ηνωμένου Βασιλείου. Τα μέλη του συμβουλίου είναι το Υπουργείο Εξωτερικών, το Βρετανικό Συμβούλιο και η Παγκόσμια Υπηρεσία του BBC.

Σε συνεργασία με τους βασικούς ενδιαφερόμενους, συμπεριλαμβανομένου του Foreign Office, του Βρετανικού Συμβουλίου και των πολιτιστικών οργανισμών, το Υπουργείο Ψηφιακής πολιτικής, Παιδείας, Πολιτισμού, ΜΜΕ και Αθλητισμού, ανέπτυξε το 2010 την πολιτική Πολιτιστικής Διπλωματίας. Οι γενικοί στόχοι ήταν η ενθάρρυνση και η στήριξη του πολιτιστικού τομέα για την ανάπτυξη διεθνών συνεργασιών σε τομείς με συγκεκριμένη πολιτιστική και/ή κυβερνητική προτεραιότητα. Παράλληλα, η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση με τον καλύτερο δυνατό τρόπο του οφέλους και του αντίκτυπου της πολιτιστικής διπλωματίας, ιδιαίτερα μετά τη λήξη συγκρούσεων.

Από τα παραπάνω, παρατηρούμε ότι στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου, η άσκηση της πολιτιστικής διπλωματίας δεν είναι αρμοδιότητα ενός μόνο υπουργείου και πως συμπεριλαμβάνει τη συλλογική προσπάθεια και την αλληλεπίδραση πολλών παραγόντων, για την προώθηση των πολιτικών που συμβάλλουν στην ενίσχυση της πολιτιστικής διπλωματίας. Οι συντονισμένες προσπάθειες όλων των προαναφερόμενων φορέων του Ηνωμένου Βασιλείου, συντελούν στην ευρεία αναγνώριση της Ήπιας ισχύος της χώρας.

Πρόσφατα δημοσιεύθηκε το σχέδιο δράσης του Υπουργείου Ψηφιοποίησης, Πολιτισμού, Παιδείας, Μέσων και Αθλητισμού, το οποίο μεταξύ άλλων έχει σκοπό τη διατήρηση και ενίσχυση της αίσθησης υπερηφάνειας και συνοχής στη χώρα, να προσελκύσει νέα άτομα να επισκεφτούν και να εργαστούν στη χώρα, να μεγιστοποιήσει και να αξιοποιήσει την ήπια ισχύ του Ηνωμένου Βασιλείου.

Στις ενέργειες, συμπεριλαμβάνονται η ενίσχυση της Βρετανικής παρουσίας στο εξωτερικό διαμέσου της πολιτιστικής διπλωματίας, διεθνών επισκέψεων και του προγράμματος «Great», η προώθηση των πολιτιστικών εξαγωγών για την αύξηση της αξίας τους στην οικονομία της χώρας, η συνεισφορά στην παράλληλη κυβερνητική ατζέντα της ήπιας ισχύος και ευημερίας, η χρησιμοποίηση της συλλογής έργων τέχνης της κυβέρνησης , προκειμένου για να προωθηθούν οι τέχνες, η κληρονομιά και ο πολιτισμός της χώρας, μέσω της δημιουργίας εκθέσεων σε υπουργικά και διπλωματικά κτίρια σε όλον τον κόσμο και της συνεισφοράς στην ήπια ισχύ.

Το Υπουργείο Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας, είναι υπεύθυνο κυρίως για την διεθνή πολιτική, χωρίς όμως να απουσιάζουν ενέργειες πολιτιστικής διπλωματίας, ως κατεξοχήν φορέας της επίσημης διπλωματίας της χώρας. Άλλωστε στο υπουργείο υπάγονται οι πρεσβείες που είναι υπεύθυνες για την μεταφορά των πολιτικών και της εικόνας της χώρας στο εξωτερικό. Διαθέτει ένα παγκόσμιο δίκτυο πρεσβειών και προξενείων, απασχολώντας πάνω από 14.000 άτομα σε περίπου 270 διπλωματικά γραφεία. Συνεργάζεται με διεθνείς οργανισμούς για την προώθηση των συμφερόντων του Ηνωμένου Βασιλείου και της παγκόσμιας ασφάλειας. Προωθεί τα συμφέροντα και τις αξίες του Ηνωμένου Βασιλείου διεθνώς, υποστηρίζει τους πολίτες και τις επιχειρήσεις ανά τον κόσμο, στηρίζοντας την παγκόσμια επιρροή και την ευημερία της χώρας. Όραμα του είναι να οικοδομήσει μια πραγματικά «παγκόσμια Βρετανία», η οποία θα πρωταγωνιστεί στην παγκόσμια σκηνή.

Μεταξύ άλλων, στηρίζει κορυφαίους μελετητές με ηγετική ικανότητα να παρακολουθήσουν μεταπτυχιακά μαθήματα στο Ηνωμένο Βασίλειο με υποτροφίες Chevening και νέους Αμερικανούς να σπουδάσουν στο Ηνωμένο Βασίλειο με υποτροφίες Marshall. Προωθεί την ευημερία και την ανάπτυξη μέσω του Δικτύου Επιστήμης και Καινοτομίας, καθώς και μερικές από τις εργασίες της κυβέρνησης για τη διεθνή ανάπτυξη, (μεταξύ άλλων την προώθηση της βιώσιμης παγκόσμιας ανάπτυξης, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της κλιματικής αλλαγής και της πρόληψης των συγκρούσεων).

Το Βρετανικό Συμβούλιο, είναι ο διεθνής οργανισμός του Ηνωμένου Βασιλείου με αρμοδιότητα στις διεθνείς πολιτιστικές σχέσεις, με αντιπροσωπείες σε τουλάχιστον 110 χώρες προωθώντας την Αγγλική γλώσσα, ενθαρρύνοντας την πολιτιστική, επιστημονική και εκπαιδευτική συνεργασία με το Ηνωμένο Βασίλειο. Η δράση του επικεντρώνεται στις ευκαιρίες πολιτιστικής ανάπτυξης, στις νέες συνεργασίες και στις πολιτιστικές σχέσεις.

Μουσεία, κληρονομιά και Οργανισμοί:

Βρετανικό Μουσείο φορέας πολιτιστικής διπλωματίας με πληθώρα αρχαιολογικών και εθνογραφικών στοιχείων-ευρημάτων.

Βρετανική Βιβλιοθήκη με αρχαία και μεσαιωνικά χειρόγραφα καθώς και παπύρους .

Ζωολογικός κήπος του Λονδίνου

Βασιλικός Βοτανικός κήπος του Λονδίνου

Πανεπιστήμια και οι βιβλιοθήκες τους όπως University of Gambridge, Oxford κ.α.

Art galleries: National Gallery, the Victoria and Albert Museum, the National Portrait Gallery, two Tate galleries—Tate Britain (with superb collections of John Constable and the Pre-Raphaelites) and Tate Modern—and the Wallace Collection.

Αθλητισμός και δημιουργία: ποδόσφαιρο, ράγκμπι, κολύμβηση κ.τ.λ.

ΜΜΕ και δημοσιεύσεις : Daily newspapers published in London include The Times, one of the world’s oldest newspapers; The Sun, a tabloid that is the country’s most widely read paper, with circulation in the millions; the The Daily Telegraph; and The Guardian (also published in Manchester). Major regional dailies include the Manchester Evening News, the Wolverhampton Express and Star, the Nottingham Evening Post, and the Yorkshire Post. Periodicals, such as The Economist, also exert considerable international influence.

International Council of Museums (ICOM)

ICOM is the only international organisation representing museums and museum professionals. It has more than 32,000 members and is made up of National Committees, which represent 136 countries and territories, and International Committees, which gather experts in museum specialities worldwide.

ICOM International Committees

The 30 International Committees bring together professional experts covering all aspects of museum activity. Their annual meetings offer the opportunity for UK museums professionals to extend their networks of international contacts. The ICOM events calendar lists the dates of annual International Committee meetings.

ICOM UK

ICOM UK is the National Committee of ICOM in the UK and is a gateway to the global museum community and the only UK museum association with a dedicated international focus. In addition to leading on two working internationally programmes – the annual Working Internationally Conference and the Working Internationally Regional Project – ICOM UK also offers bursaries for ICOM UK members to attend ICOM Triennial Meetings, International Committee meetings, and other conferences with a demonstrable international remit.

Visiting Arts

Visiting Arts’ purpose is to strengthen intercultural understanding through the arts.  It provides tools to help the cultural sector to work more effectively and efficiently worldwide

World Cultures Connect (WCC)

WCC is a global cultural information site.  It connects artists and cultural organisations across the globe by allowing them to promote their work, make new connections, identify opportunities, and discover new partners, markets, and audiences.  The discussion forum is a useful way to share information and advice, and take part in discussions, on working internationally.

Heritage Without Borders (HWB)

Heritage Without Borders is a unique charity working in developing countries to build capacity in heritage skills in situations of poverty and reconstruction, and to provide life-transforming work experience for volunteer students and professionals in the heritage sector.

University Museums Group (UMG)

Universities work on a global stage and their museums play a key role in this international approach.  UMG supports and advocates for the university museum sector in England, Wales, and Northern Ireland.  Working alongside their sister organisation University Museums in Scotland UMIS it represents the interests of university museums to funders and stakeholders, and also maintains close links with the international body for university museums, UMAC

The Art of Partnering report by Kings College London

The Art of Partnering is the final report of a Cultural Enquiry in collaboration with the BBC, which explored the role partnership plays in enabling publicly funded cultural institutions to enhance the quality and diversity of their work across the UK.

National Museum Directors’ Council (NMDC)

NMDC represents the leaders of the UK’s national collections and major regional museums. Its members are the national and major regional museums in England, Northern Ireland, Scotland, and Wales, the British Library, The National Library of Scotland, and the National Archives. While their members are funded by government, the NMDC is an independent, non-governmental organisation.

British Council

The British Council is the UK’s international organisation for cultural relations and educational opportunities. It has offices in over 100 countries across six continents. Each British Council office overseas has its own country website which can be accessed via the British Council’s home page.

UK Registrars Group (UKRG)

The UKRG is a non-profit membership association set up in 1979.  It provides a forum for exchanging ideas and expertise between registrars, collection managers and other museum professionals in the United Kingdom, Europe and worldwide.

Through the UKRG website, members can access a number of resources aimed at registrars, or those who undertake the work of registrars.  These include publications relevant to international loans and exhibitions, such as facilities reports, guidance and top tips, and links to other online resources.

International Federation of Arts Councils and Culture Agencies (IFACCA)

IFACCA produces ACORNS, an online news service for and about arts councils and culture agencies, which contains news from arts and culture funding agencies and a digest of resources, such as links to websites, new publications, jobs, conferences, and events.

I am tab #2 content. Click edit button to change this text. A collection of textile samples lay spread out on the table – Samsa was a travelling salesman.
I am tab #3 content. Click edit button to change this text. Drops of rain could be heard hitting the pane, which made him feel quite sad. How about if I sleep a little bit longer and forget all this nonsense.
Μετάβαση στο περιεχόμενο