Της βρώσης οι πιστοί
εορτάζουν τη Σαρακοστή,
τρώνε τον Άδη, χορεύουν χωλοί
πίνουν στο θάνατο κάθε ασκητή.
Το στομάχι παχύ
και το στόμα πλατύ
νηστεύουν το κρέας
με σκόμβρο και φαγκρί.
Ως την αυγή,
Με τα πιρούνια τους σκάβουν
το μνήμα βαθύ,
μέσα ολόρθοι να μπούνε
χορτάτοι, σκαστοί.
Και οι προσευχές;
Ποτήρια συγκρούονται γεμάτα μ´ ευχές,
την αφθονία ανακράζουν
συνοδεία από ερυγές.
Tην Κυριακή
Στο στόμα του ζητιάνου
ακούω της νηστείας τη σιωπή
Και με της ορφάνιας τα μαύρα δάκρυα
πίνω στάλα με τη στάλα το κρασί.
Σε εκείνον τον άκληρο ιερέα
ψάχνω να ‘βρω τον Θεό,
στα χέρια του τα ζαρωμένα
τη συγχώρεσή μου αναζητώ.
Πέτρος Καψάσκης